Tuesday, September 27, 2016

Οι αρχαιολογικοί θησαυροί της Λιβύης, φλέγον ζήτημα για την UNESCO (Μέρος-Α')


Η Λιβύη, η πύλη της Αφρικής στη Μεσόγειο έχει ένα εκθαμβωτικό, ιστορικό παρελθόν. Εδώ κρύβονται μερικά από τα πιο εντυπωσιακά μνημεία του αρχαίου ελληνικού και ρωμαϊκού κόσμου. Πέντε αρχαιολογικοί χώροι της χώρας περιλαμβάνονται στον κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.


Ανάμεσά τους οι αρχαιολογικοί χώροι της Λέπτιδος και της Κυρήνης, εξαίρετο δείγμα της ελληνορωμαϊκής περιόδου, η αρχαία πόλη της Σαμπράτα, δείγμα της εποχής του Βασιλείου της Νουμιδίας, η  παλιά πόλη της Γκανταμές, δείγμα της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής που αναπτύχθηκε στις οάσεις της Σαχάρας και η βραχώδης  περιοχή του Ταντράκτ  Ακάκους,  με τις περίτεχνες ζωγραφιές στα σπήλαια.  Η πολιτιστική κληρονομιά της Λιβύης είναι ανεκτίμητη όμως το θέμα είναι τι έχει απομείνει από τα ανεκτίμητα εκθέματα, καθώς ειδικοί απεσταλμένοι και ξένοι διπλωμάτες προειδοποιούν εδώ και χρόνια για τη λεηλασία που γίνεται και πολύ φοβούνται ότι η Λιβύη  αντιμετωπίζει την ίδια τραγική μοίρα που είχαν και οι αρχαιότητες του Ιράκ και της Συρίας ...».


Mία χώρα που η φυσική της ομορφιά σου κόβει την ανάσα.

Η Λιβύη είναι μια  από τις αρχαιότερες χώρες του κόσμου. Γνώρισε ακμή τόσο τους χρόνους της ελληνικής κυριαρχίας όσο και κατά τη ρωμαϊκή, τη βυζαντινή και την αραβική περίοδο. Η μεγάλη της ανάπτυξη ανέκαθεν οφειλόταν στη γεωγραφική της θέση, στο κέντρο του αραβικού κόσμου και στη διέξοδο στη Μεσόγειο των εμπορικών δρόμων των καραβανιών που έρχονταν από τη Σαχάρα φορτωμένα πολύτιμα εμπορεύματα. Οι θαυμάσιες ακτές της στη Μεσόγειο, μήκους πολλών εκατοντάδων  χιλιομέτρων και η τεράστιας έκτασης έρημος που εισχωρεί βαθειά στην Αφρική, κάνουν τη χώρα εξαιρετικά ενδιαφέρουσα. Έχει δύο εύφορες παραλιακές περιοχές, την Τριπολίτιδα και την Κυρηναϊκή, ενώ η πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή στο Νότο είναι η έρημος Φεζάν. Υπάρχουν πολλές αρχαιότητες διάσπαρτες παντού, στα παράλια, στα βουνά, στην ημι-έρημο, στην έρημο και στις οάσεις. Οι πιο εντυπωσιακές και επιβλητικές είναι αυτές στη δυτική Λιβύη (Τριπολίτιδα) όπου βρίσκονται οι Αρχαίες ρωμαϊκές πόλεις Τρίπολη, Μεγάλη Λέπτις  και Σαμπράτα, και στην ανατολική πλευρά (Κυρηναϊκή), όπου κυριαρχούν οι αρχαίες ελληνικές πόλεις Κυρήνη, Απολλωνία, Πτολεμαϊς,   Ταύχειρα, Εσπερίδες, (σημερινή Βεγγάζη).

Κυρηναϊκή  χερσόνησος (Cyrenaica)

Η «Κυρηναίη χώρα» κατά τον Ηρόδοτο και «Κυρηναία» κατά τον Στράβωνα, σχηματίζεται από το οροπέδιο που εισχωρεί στη Μεσόγειο μεταξύ του κόλπου της Μεγάλης Σύρτης ή Σίντρα και του κόλπου της Μπόμπα.

Στη βόρεια ακτή της Αφρικής, ακριβώς απέναντι και νοτίως της Ελλάδος σε απόσταση 250 μιλίων απ΄αυτήν, υπήρξε χώρος ανάπτυξης σπουδαίου ελληνικού αποικισμού. Στην κατάφυτη Κυρηναϊκή οι πρόγονοί μας αποίκησαν -δεν κατέκτησαν- τα λιβυκά παράλια και ίδρυσαν σταδιακά πέντε ελληνικές πόλεις, που έμελλε να συγκροτήσουν την Πεντάπολη (Κυρήνη, Απολλωνία, Πτολεμαΐδα, Ταύχειρα-Αρσινόη, Ευεσπερίδες-Βερενίκη).


Οι αρχαίοι Έλληνες μετέφεραν εδώ έναν ανώτερο πολιτισμό κι έναν τρόπο ζωής που σταδιακά υιοθετήθηκε από τους ντόπιους.Το γενναιόδωρο χέρι της φύσης πρόσφερε στον τόπο αυτό σπουδαία πλεονεκτήματα, τη γονιμότητα κα την αφθονία, ο αέρας είναι καθαρός και υγιεινός και το τοπίο από τα ωραιότερα του κόσμου.


Κατά την αρχαιότητα ο τόπος παρήγαγε σιτάρι, λάδι κρασί, σύκα, μέλι και διάφορους καρπούς, ιδίως σύκα, αμύγδαλα, χουρμάδες και αρωματικά φυτά μεταξύ των οποίων το ονομαστό «σίλφιον» από το άνθος του οποίου έβγαινε ο «κυρηναίος οπός», ο πολυτιμότατος χυμός που χρησιμοποιούνταν για την παρασκευή φαρμάκων και αρωμάτων.

Κυρήνη (Cyrene)

Οι πρώτοι Έλληνες που εγκαταστάθηκαν εδώ, στις β/α ακτές, ήρθαν από τη Σαντορίνη και ίδρυσαν την Κυρήνη το 631πχ. παρά την πηγή Κύρα, 16χλμ. από τη ακτή, στην κορυφή ενός λόφου 600 μέτρων. 

Απέχει από την Βεγγάζη 250 χλμ. Ο Καλλίμαχος υποστηρίζει ότι πήρε το όνομά της από τη Κύρη, πηγή αφιερωμένη στον Απόλλωνα που κοντά της κτίστηκε η αποικία. Ο αποικισμός εκείνη την εποχή γινόταν για λόγους δημογραφικούς με την υπόδειξη του Μαντείου των Δελφών για το που πρέπει να πάνε.


Η Θήρα τότε υπέφερε από τρομερή ξηρασία, επί επτά συνεχή έτη. Λύση λοιπόν στο πρόβλημα αυτό ήταν η αναχώρηση μέρους του πληθυσμού της. Το Μαντείο των Δελφών υπέδειξε την θέση αυτή στον οικιστή Βάττο. Η δυναστεία που ίδρυσε ο Βάττος διήρκεσε από το 630-440πχ. Η πόλη, κουρνιασμένη με ασφάλεια στην κορυφή του λόφου και περιβαλλόμενη από το τείχος της, σ’ έναν τόπο με θαυμάσιο κλίμα λόγω των συχνών βροχών – τα βουνά την προφύλαγαν από τους καυτούς ανέμους του Νότου, από τον Βορρά την δρόσιζε η θαλάσσια αύρα -, ήταν σε θέση να αναπτύξει πολιτισμό ακόμα και σε ταραγμένους καιρούς. Η Ελλάδα τότε υπέφερε από μεγάλο λιμό και λέγεται ότι τη έσωσε η Κυρήνη με την αφθονία των σιτηρών της. Κατά τους χρόνους της ακμής της αριθμούσε 100.000 κατοίκους, είχε εμπορικές συναλλαγές με την Αίγυπτο, την Ελλάδα, την Καρχηδόνα, κυρίως λόγω του ιδιαίτερου προϊόντος της, του σιλφίου. Επίσης η πόλη φημιζόταν για τους γιατρούς και τους φιλοσόφους της. Ξακουστή ήταν η Κυρηναϊκή φιλοσοφική σχολή που ίδρυσε ο Αρίστιππος ο Κυρηναίος, μαθητής του Σωκράτη. Η Σχολή δεχόταν ως βασική αρχή της φιλοσοφίας, σκοπό της ζωής και ύψιστο αγαθό, την ηδονή υπό την έννοια της πραγματικής απόλαυσης. 

Ο Αδριανός θεωρείται ο δεύτερος ιδρυτής της Κυρήνης γιατί την ανοικοδόμησε εκ θεμελίων. Ο σεισμός του 262μ.Χ. κατέστρεψε τα περισσότερα μνημεία της πόλης και ο μεγάλος σεισμός του 365μ.Χ. που κατέστρεψε τον Φάρο της Αλεξάνδρειας και βύθισε κατά 4 μέτρα όλη την βορειοαφρικανική ακτή με τραγικές συνέπειες. Ακολούθησαν οι Βυζαντινοί μέχρι το 643 μΧ. Οπότε αρχίζει πλέον η κυριαρχία των Αράβων. Η ακμή της, που οφειλόταν κυρίως στο ναυτικό της εμπόριο, είναι εμφανής ακόμη και στα ερείπια της. Δρόμοι, υδραγωγεία, ναοί, θέατρα, αγορές, πληθώρα γλυπτών και επιγραφών, όλα μαρτυρούν τον πλούτο της αρχαίας πόλης. Πρόκειται για ένα από τα πλουσιότερα αρχαιολογικά κέντρα ολόκληρης της Μεσογείου, παρά το γεγονός ότι ακόμα δεν έχει ανασκαφεί ούτε το 15% της περιοχής. Τους δύο αρχαίους λόφους επί των οποίων απλώθηκε η Κυρήνη, χωρίζει χαράδρα απ’ όπου περνούσε η ιερά οδός που οδηγούσε στην Απολλωνία. Στις άκρες του δρόμου βρέθηκαν λαξευμένοι τάφοι με πλούσια κτερίσματα. Το νεκροταφείο της Κυρήνης, μήκους περίπου 5χλμ. θεωρείται το μεγαλύτερο αρχαίο νεκροταφείο του κόσμου. 

Απολλωνία (Apollonia)

Η Απολλωνία, το επίνειο της Κυρήνης, πήρε το όνομά της από τον προστάτη της, τον Απόλλωνα, υπήρχε μάλιστα και μεγάλος ναός αφιερωμένος στο Θεό.




Η περιπέτεια ίδρυσης της πόλης και της Απολλωνίας, του βασικού της λιμανιού, αναφέρεται λεπτομερώς στο 6ο βιβλίο της Ιστορίας του Ηροδότου. Σπουδαία λείψανα της αρχαίας πόλης σώζονται σε μεγάλη έκταση της ακτής. Μεταξύ αυτών ο ναός του Απόλλωνα, η ακρόπολη, το θέατρο, χωρητικότητας  5.000 θεατών, στοές, θέρμες, υδραγωγεία, οικίες, ίχνη του αρχαίου λιμανιού και του φάρου. Πολύ κοντά στο αρχαίο λιμάνι βρίσκεται η κωμόπολη Μάρσα Σούσα. Εκεί υπάρχει μια κοινότητα ελληνόφωνων Κρητικών μουσουλμάνων, οι πρόγονοι των οποίων εξορίστηκαν από την Κρήτη στη Λιβύη περί το τέλος της περιόδου της Τουρκοκρατίας στο νησί.

Βάρκη: η αρχαία ελληνική πόλη Βάρκη ιδρύθηκε από τους γιούς του βασιλιά της Κυρήνης Βάττου γύρω στο 540π.χ. Βρίσκεται σ’ ένα ευφορότατο εσωτερικό οροπέδιο της βορειοδυτικής Κυρηναϊκής. Απέχει 35χλμ. από τις ακτές της Μεσογείου και το επίνειό της, την Πτολεμαΐδα.Τα χώματα όμως που έχουν συσσωρεύσει βροχές αιώνων πάνω απ’ την αρχαία πόλη κρύβουν τις αρχαιότητές της και ότι σώζεται απ΄αυτήν βρίσκεται σε βάθος 4-5  μέτρων.

Πτολεμαΐς (Ptolemais-Tolmitha)


Η Πτολεμαΐς, επίνειο της Βάρκης χρονολογείται γύρω στο 400πΧ.Ιδρύθηκε ως λιμάνι της Βάρκης πριν από την Απολλωνία. Κι εδώ υπάρχουν αρχαιότητες των ελληνιστικών, ρωμαϊκών και βυζαντινών χρόνων. 

Την εποχή των ελληνιστικών χρόνων πρωτεύουσα της πενταπόλεως ήταν η Κυρήνη, την εποχή των ρωμαϊκών τα σκήπτρα πήρε η Πτολεμαΐς. Κατά την διάρκεια της αυτοκρατορίας του Δοκλητιανού, τον 3ο αι μ.Χ, έφτασε στο απόγειο της ευημερίας της και έγινε η σπουδαιότερη πόλη της Βόρειας Αφρικής. Η αρχαία πόλη καταλαμβάνει μια ακτίνα 1.450Χ1.700μ. και έχει ανασκαφεί μόνο το 10%. Από τα επιβλητικότερα κτίσματα της Πτολεμαΐδος είναι το Ωδείο, η βασιλική ρωμαϊκών-βυζαντινών χρόνων, το θέατρο και το υδραγωγείο το οποίο σώζεται σε άριστη κατάσταση. Πρόκειται για ένα λαβυρινθώδες σύστημα 15 υπογείων δεξαμενών, βάθους 6 μ. και χωρητικότητας 8 εκατ. κυβικών μέτρων νερού, το μεγαλύτερο που έχει βρεθεί μέχρι σήμερα στην Αφρική. Η πόλη στα ρωμαϊκά χρόνια είχε 40.000 κατοίκους. Στο μικρό αλλά ενδιαφέρον αρχαιολογικό μουσείο φιλοξενούνται πανέμορφα ψηφιδωτά ελληνιστικών και πρωτοχριστιανικών χρόνων.

Ταύχειρα-Αρσινόη (Tykrah)


Ιδρύθηκε περίπου το 510π.Χ. και ήταν ένα από τα πρώτα λιμάνια που δημιουργήθηκαν από τους αποίκους της Κυρήνης.

Αρχικά ονομαζόταν Ταύχειρα, μετά πήρε το όνομα Αρσινόη, από τη σύζυγο του Πτολεμαίου, και κατόπιν Κλεοπατρίς, από την κόρη της Κλεοπάτρας και του Μάρκου Αντώνιου. Σήμερα είναι γνωστή με το όνομα Τόκρα. Στην ελληνιστική περίοδο ήταν Ακρόπολη. Ο αρχαιολογικός χώρος της Τόκρα αφ’ ενός δεν έχει ανασκαφεί, αφετέρου τμήμα του υλικού των αρχαίων κτισμάτων της χρησιμοποιήθηκε στην ανοικοδόμηση μεταγενέστερων κτισμάτων και στην ανέγερση οθωμανικού φρουρίου που στάθηκε σταθμός εφοδιασμού στο δρόμο των μετακινουμένων προς τη Δύση. Ενδιαφέρον όμως παρουσιάζει το μουσείο όπου εκτίθεται μεγάλος αριθμός αρχαϊκών αγγείων του 6ο αι. π.Χ. κορινθιακής, λακωνικής, κρητικής και ροδιακής προέλευσης, που επιβεβαιώνουν τις εμπορικές σχέσεις της πενταπόλεως με τον ελληνισμό.












Ευεσπερίδες ή Εσπερίδες


Η σημερινή Βεγγάζη. Ιστορικές πηγές αναφέρουν την Βεγγάζη από τον 6ο αι π.Χ. Εδώ θεωρούσαν ότι βρίσκονταν οι κήποι των Εσπερίδων. Λίγες αρχαιότητες σώζονται από την αρχαία πόλη, γιατί  η σύγχρονη έχει οικοδομηθεί επάνω στα ερείπιά της. 

Τόσο εδώ, όσο και στην Τρίπολη πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρχαν ακμαίες ελληνικές κοινότητες. Οι έλληνες της Βεγγάζης προέρχονταν από την Κρήτη, τα Δωδεκάνησα και την Ήπειρο και ήταν σφουγγαράδες και έμποροι οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην πόλη όταν ήταν μικρό διοικητικό κέντρο και λιμάνι, όπου απέληγε ο δρόμος των καραβανιών!

      Κλεμμένα!


Η UNESCO απηύθυνε προειδοποίηση διά της γενικής της διευθύντριας Ιρίνα Μπόκοβα προς διεθνή μουσεία και εμπόρους τέχνης να επαγρυπνούν για όσα έργα τέχνης φτάνουν στα χέρια τους και προέρχονται από τη Λιβύη: «"Απρόσεκτοι" έμποροι που αγοράζουν τέτοια αντικείμενα ή και θραύσματα είναι κατ' ουσίαν ηθικοί αυτουργοί μιας ακόμα μεγαλύτερης λεηλασίας», ανέφερε η Μπόκοβα στην επίσημη ανακοίνωση που εξέδωσε. Και προσέθετε: «Η εμπειρία μάς δείχνει ότι σε εποχές κοινωνικών ταραχών υπάρχει τεράστιος κίνδυνος καταστροφών. Μας έχει διδάξει να επαγρυπνούμε για κλεμμένα αντικείμενα από άτομα που δεν διστάζουν να πλήξουν την ακεραιότητα έργων τέχνης ή αρχαιολογικών μνημείων».